Σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει τις προσεχείς εκλογές και σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, θα κληθεί ν’ αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας μέσα σ’ ένα ιδιαίτερα εχθρικό (ελληνικό και διεθνές) περιβάλλον, σε σχέση με το κυρίαρχο ζήτημα της πολιτικής συγκυρίας, το δημόσιο χρέος.
Επι­γραμ­μα­τι­κά, ση­μειώ­νω ορι­σμέ­νες (φαι­νο­με­νι­κά αυ­το­νό­η­τες) πλευ­ρές αυτού του ζη­τή­μα­τος.
1.Το δη­μό­σιο χρέος δεν είναι αμι­γώς οι­κο­νο­μι­κό ζή­τη­μα (όπως συ­μπυ­κνώ­νε­ται στο πα­ρα­πλα­νη­τι­κό ερώ­τη­μα : «και πού θα βρεί­τε τα 22 δις ευρώ για το επό­με­νο έτος;») αλλά, κυ­ρί­ως, ζή­τη­μα πο­λι­τι­κό και ιδε­ο­λο­γι­κό, όπως θα επι­χει­ρή­σω να υπο­στη­ρί­ξω στη συ­νέ­χεια.
2.Κι εδώ ακρι­βώς βρί­σκε­ται η δια­φο­ρά του εγ­χώ­ριου πο­λι­τι­κο-μι­ντια­κού κα­τε­στη­μέ­νου με τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Ότι δηλ. θε­ω­ρούν τη «γε­ω­γρα­φία» των πο­λι­τι­κών του θέ­σε­ων πολύ μα­κριά από τις δικές του και, κυ­ρί­ως, μη προ­βλέ­ψι­μες σε πι­θα­νή φάση υλο­ποί­η­σής τους. Οι θέ­σεις αυτές μπο­ρεί να θέ­σουν υπό αμ­φι­σβή­τη­ση την «ορ­θο­δο­ξία των αγο­ρών» να μπο­ρούν να υπα­γο­ρεύ­ουν την οι­κο­νο­μι­κή και, κυ­ρί­ως, την κοι­νω­νι­κή πο­λι­τι­κή κάθε χώρας, ανε­ξάρ­τη­τα από την πο­λι­τι­κή βού­λη­ση και εντο­λή των πο­λι­τών του.
3.Όταν, λοι­πόν, «διαρ­ρέ­ε­ται» από τα εγ­χώ­ρια πο­λι­τι­κά και δη­μο­σιο­γρα­φι­κά «πα­πα­γα­λά­κια» ότι πι­θα­νή υλο­ποί­η­ση του οι­κο­νο­μι­κού προ­γράμ­μα­τος που εξήγ­γει­λε ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στη Θεσ­σα­λο­νί­κη (από τον ίδιο ως κυ­βερ­νη­τι­κή εξου­σία) θα ισο­δυ­να­μεί με «μο­νο­με­ρή ενέρ­γεια», αντι­λαμ­βά­νε­ται ο κα­θέ­νας το απύθ­με­νο θρά­σος που εκ­δη­λώ­νε­ται από τους κυ­ρί­αρ­χους κύ­κλους. Ο «καη­μός» αυτών των κύ­κλων δεν είναι ούτε η χώρα ούτε, φυ­σι­κά, οι πο­λί­τες της που εξα­θλιώ­νο­νται αλλά οι ανα­κε­φα­λαιω­τι­κές ανά­γκες των τρα­πε­ζι­τών. Γι’ αυτό και το ενα­γώ­νιο ερώ­τη­μά τους προς τους πο­λι­τι­κούς φο­ρείς του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ είναι : «και με τα ομό­λο­γα που λή­γουν το Μάρ­τιο τι θα κά­νε­τε; Πώς θα τα πλη­ρώ­σε­τε;». Άλ­λω­στε, μέχρι σή­με­ρα για το μόνο που «έβα­λαν πλάτη», ώστε να μη «γρα­τζου­νι­στεί», είναι το τρα­πε­ζι­κό σύ­στη­μα. Για τα απο­θε­μα­τι­κά ασφα­λι­στι­κών τα­μεί­ων, δη­μό­σιων ιδρυ­μά­των ή την πα­ρο­χή ρευ­στό­τη­τας σε μι­κρο­με­σαί­ες επι­χει­ρή­σεις ποιος νοιά­ζε­ται; Εκεί τα «κου­ρέ­μα­τα» και τα «ξυ­ρί­σμα­τα» πήγαν θε­σπέ­σια (…)
4.Ωστό­σο, το άμεσο δια­κύ­βευ­μα των προ­σε­χών εκλο­γών δεν είναι η οι­κο­νο­μι­κή δια­χεί­ρι­ση του ζη­τή­μα­τος του χρέ­ους. Κι αυτό γιατί οι κυ­ρί­αρ­χες κοι­νω­νι­κές και οι­κο­νο­μι­κές δυ­νά­μεις (τόσο οι εγ­χώ­ριες όσο και οι ξένες, τα συμ­φέ­ρο­ντα των οποί­ων, άλ­λω­στε, επι­κα­λύ­πτο­νται) εν­δια­φέ­ρο­νται για την επι­βο­λή της ίδιας πο­λι­τι­κής λι­τό­τη­τας (αδιά­φο­ρο αν αυτή θα λέ­γε­ται «Μνη­μό­νιο» ή όπως αλ­λιώς). Η υπα­γό­ρευ­ση μιας τέ­τοιας πο­λι­τι­κής σε κάθε μελ­λο­ντι­κή κυ­βέρ­νη­ση δεν έχει μόνο οι­κο­νο­μι­κές αλλά κυ­ρί­ως κοι­νω­νι­κο-πο­λι­τι­κές στο­χεύ­σεις.
5.Στο όνομα δηλ. της εξυ­πη­ρέ­τη­σης του δη­μό­σιου χρέ­ους, ζη­τούν να επι­βάλ­λουν στο δι­η­νε­κές πο­λι­τι­κές εξό­ντω­σης των κοι­νω­νι­κών, ερ­γα­σια­κών και ασφα­λι­στι­κών δι­καιω­μά­των του πο­λύ­μορ­φου κό­σμου της ερ­γα­σί­ας (χει­ρω­να­κτι­κού, επι­στη­μο­νι­κού, τε­χνι­κού), έτσι ώστε να «παί­ζει» προ­νο­μια­κά στις σχέ­σεις εκ­με­τάλ­λευ­σης ο έτε­ρος πόλος των κυ­ρί­αρ­χων κοι­νω­νι­κών-πα­ρα­γω­γι­κών σχέ­σε­ων, το Κε­φά­λαιο. Γι’ αυτό και η «βιο­μη­χα­νία» των νο­μο­θε­τη­μά­των του μνη­μο­νια­κού υπη­ρε­τι­κού πο­λι­τι­κού προ­σω­πι­κού (τα 4 τε­λευ­ταία χρό­νια), το οποίο σαν «κα­μα­ριέ­ρα» έστρω­σε πει­θή­νια το έδα­φος για την (προ­ο­πτι­κή) εξα­σφά­λι­ση της κερ­δο­φο­ρί­ας του Κε­φα­λαί­ου στη χώρα μας. Τον «κρυφό» αυτόν «καημό» εξέ­φρα­ζε αυτό το υπη­ρε­τι­κό πο­λι­τι­κό προ­σω­πι­κό (της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ), ακόμη και σε πε­ριό­δους (φαι­νο­με­νι­κής) οι­κο­νο­μι­κής ανά­πτυ­ξης. Απλώς, με δια­φο­ρε­τι­κό τρόπο. Άλ­λο­τε μι­λώ­ντας για «την ανά­γκη δη­μιουρ­γί­ας ελ­κυ­στι­κών όρων για επεν­δύ­σεις» (τώρα τον λέει «ανα­γκαί­ες διαρ­θρω­τι­κές με­ταρ­ρυθ­μί­σεις», εν­νο­ώ­ντας την πλήρη διά­λυ­ση όλου του ενα­πο­μεί­να­ντος ερ­γα­τι­κού και κοι­νω­νι­κο-πα­ρεμ­βα­τι­κού νο­μο­θε­τι­κού πλαι­σί­ου). Κι άλ­λο­τε κραυ­γά­ζο­ντας «ότι θα φύ­γουν οι επεν­δύ­σεις από τη χώρα!», κάθε φορά π.χ. που πιέ­ζο­νταν οι κε­φα­λαιο­κρά­τες-επεν­δυ­τές να κά­νουν δε­κτές τις διεκ­δι­κή­σεις των ερ­γα­ζο­μέ­νων. Λες και οι επεν­δύ­σεις (δηλ. το κε­φά­λαιο) δεν είναι τί­πο­τε άλλο παρά ένα άθροι­σμα χρη­μα­τι­κών πόρων και μόνον! Φε­τι­χο­ποιώ­ντας δηλ. τις «επεν­δύ­σεις» και πα­ρα­σιω­πώ­ντας την ύπαρ­ξη του Κε­φα­λαί­ου στο πλαί­σιο μίας και ενιαί­ας κοι­νω­νι­κής σχέ­σης. Που για να υπάρ­ξει δηλ. ως τέ­τοιο, απαι­τού­νται δύο πόλοι : από τη μια, ο ερ­γά­της-ερ­γα­ζό­με­νος που έχει χάσει τον έλεγ­χο των μέσων πα­ρα­γω­γής και, από την άλλη, οι κε­φα­λαιο­κρά­τες που είναι οι ιδιο­κτή­τες αυτών των μέσων πα­ρα­γω­γής. Καθώς, λοι­πόν, οι δυο συ­γκε­κρι­μέ­νοι πο­λι­τι­κοί φο­ρείς πα­ρα­σιω­πούν αυτή τη σχέση, ασκώ­ντας δια­χρο­νι­κή τρο­μο­κρα­τία και εκ­βια­σμό στον έναν πόλο (αυτόν της ερ­γα­σί­ας), μέσα από διαρ­κείς πο­λι­τι­κές λι­τό­τη­τας και αντι­κοι­νω­νι­κές και αντερ­γα­τι­κές ρυθ­μί­σεις, προ­φα­νώς δεν είναι κοι­νω­νι­κά «ου­δέ­τε­ροι», αλλά έχουν μια σαφή τα­ξι­κή το­πο­θέ­τη­ση υπέρ των ιδιο­τε­λών συμ­φε­ρό­ντων του Κε­φα­λαί­ου, με όποιο ιδε­ο­λο­γι­κό μαν­δύα κι αν με­ταμ­φιέ­ζουν (κάθε φορά) την πο­λι­τι­κή τους και με όποια ετι­κέ­τα (ολί­γον «σο­σιάλ» ή με κά­ποιες δό­σεις «κοι­νω­νι­κού φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού») κι αν επι­χει­ρούν να «θο­λώ­σουν τα νερά» των πο­λι­τι­κών τους επι­λο­γών. Άλ­λω­στε, η φι­λε­λεύ­θε­ρη οπτι­κή της κοι­νω­νί­ας, ως «άθροι­σμα ατό­μων», έχει προ πολ­λού απο­δει­χτεί επι­στη­μο­νι­κά «της πλά­κας» και κοι­νω­νι­κά πα­ρα­πλα­νη­τι­κή (για όσους κοι­νω­νι­κούς φο­ρείς του πόλου της ερ­γα­σί­ας εξα­κο­λου­θούν να την ασπά­ζο­νται).
6.Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, λοι­πόν, θα βρε­θεί αντι­μέ­τω­πος με από­πει­ρες απει­λών και εκ­βια­σμών από ένα ορ­γα­νω­μέ­νο κύ­κλω­μα τυ­χο­διω­κτι­κών (πο­λι­τι­κών και οι­κο­νο­μι­κών) κύ­κλων  και μη­χα­νι­σμών (σε Ελ­λά­δα και Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση), προ­κει­μέ­νου να μην αλ­λά­ξει τί­πο­τε. Η δια­τή­ρη­ση της κα­τά­στα­σης χρέ­ους ως έχει στη χώρα μας, πέρα από ένα εκ­βια­στι­κό ερ­γα­λείο για τη δια­τή­ρη­ση πο­λι­τι­κών λι­τό­τη­τας και εντα­τι­κής εκ­με­τάλ­λευ­σης του κό­σμου της ερ­γα­σί­ας στο δι­η­νε­κές, επι­τε­λεί και μια ακόμη λει­τουρ­γία. Απο­τε­λεί ένα μοχλό για τη διαιώ­νι­ση του ίδιου του αστι­κού πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος εξου­σί­ας. Άλ­λω­στε, από τη σύ­στα­ση ακόμη του νε­ο­ελ­λη­νι­κού κρά­τους ήταν γνω­στή και στους εγ­χώ­ριους υπο­στη­ρι­κτές του εξω­τε­ρι­κού δα­νει­σμού της χώρας μας η κα­θα­ρά πο­λι­τι­κή λει­τουρ­γία των δα­νεί­ων (και, βέ­βαια, η σκο­πι­μό­τη­τα για αδιά­λει­πτη εξυ­πη­ρέ­τη­σή τους). Συ­νε­πώς, τα περί «κιν­δύ­νου πτώ­χευ­σης» και «κα­τα­στρο­φής της χώρας» (από πι­θα­νή στάση πλη­ρω­μών προς τους δα­νει­στές τον προ­σε­χή Μάρ­τιο ή οπο­τε­δή­πο­τε) συ­νι­στούν μια ανι­στό­ρη­τη κιν­δυ­νο­λο­γία για όποιον τα υπο­στη­ρί­ζει και μια απλοϊ­κή θέαση του ζη­τή­μα­τος για όποιον τα απο­δέ­χε­ται άκρι­τα. Όποιος έχει μια στοι­χειώ­δη γνώση της νε­ο­ελ­λη­νι­κής ιστο­ρί­ας, ξέρει ότι πά­ντο­τε για τους «ξέ­νους εταί­ρους» η ομαλή δια­δο­χή των πο­λι­τι­κών εκ­προ­σώ­πων του αστι­κού συ­στή­μα­τος εξου­σί­ας στη χώρα μας ήταν ση­μα­ντι­κό­τε­ρη από την απο­πλη­ρω­μή των δα­νεί­ων! Από μια τέ­τοια άποψη, οι εκ­πρό­σω­ποι του ση­με­ρι­νού δι­κομ­μα­τι­κού πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος (Ν.Δ.-ΠΑ­ΣΟΚ) που μο­στρά­ρουν ως «εθνο­σω­τή­ρες», σε πε­ρί­πτω­ση ανα­τρο­πής της υπάρ­χου­σας «κα­τά­στα­σης χρέ­ους» της χώρας μας, απλού­στα­τα, δε θα έχουν λόγο πο­λι­τι­κής ύπαρ­ξης.
7.Εξάλ­λου, ας μην ξε­χνά­με ότι η δια­τή­ρη­ση του ση­με­ρι­νού «δα­νεια­κού κα­θε­στώ­τος» απο­τε­λεί και μια «ασπί­δα προ­στα­σί­ας» αυτού του πο­λι­τι­κού προ­σω­πι­κού απέ­να­ντι στο εν­δε­χό­με­νο να ανοι­χθούν (από μια νέα κυ­βέρ­νη­ση) οι «δη­μό­σιοι λο­γα­ρια­σμοί» του χρέ­ους και να διε­ρευ­νη­θούν πι­θα­νές ποι­νι­κές ευ­θύ­νες του ιδίου, γύρω από τη δη­μιουρ­γία, τη διό­γκω­ση και τον τρόπο δια­χεί­ρι­σής του. Η εμπει­ρία δε­κά­δων χωρών, που έχουν προ­βεί σε έναν τέ­τοιο δη­μό­σιο λο­γι­στι­κό έλεγ­χο του χρέ­ους τους (τε­χνι­κο-οι­κο­νο­μι­κό και νο­μι­κό) και έχουν επι­χει­ρή­σει μια ανά­λο­γη διε­ρεύ­νη­ση, μας έχει δι­δά­ξει πολλά για πρα­κτι­κές «ρι­φι­φί» και πα­ρά­νο­μης υπερ­χρέ­ω­σης, οι οποί­ες, φυ­σι­κά, οδή­γη­σαν στη στοι­χειο­θέ­τη­ση απε­χθούς χρέ­ους και άνοι­ξαν το δρόμο στις οφει­λέ­τες χώρες για τη μο­νο­με­ρή δια­γρα­φή του και την από­δο­ση σχε­τι­κών ευ­θυ­νών.
8.Το «άνοιγ­μα», επο­μέ­νως, του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ «στην κοι­νω­νία» οφεί­λει να έχει συ­γκε­κρι­μέ­νη στό­χευ­ση, κοι­νω­νι­κή απεύ­θυν­ση και πε­ριε­χό­με­νο και να θέτει το δί­λημ­μα των εκλο­γών στη σωστή του διά­στα­ση.  Και, κατά τη γνώμη μου, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ πρέ­πει ν’ απευ­θυν­θεί στη με­γά­λη πλειο­νό­τη­τα των ερ­γα­τι­κών και μι­κρο­α­στι­κών κοι­νω­νι­κών στρω­μά­των, ζη­τώ­ντας ενερ­γή κοι­νω­νι­κή στή­ρι­ξη και αντι­στρέ­φο­ντας το δί­λημ­μα που, φυ­σι­κά, δεν είναι «πού θα βρε­θούν τα 22 δις για τα ομό­λο­γα που λή­γουν το 2015» (γιατί, απλά, τα κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα που ζητά να προ­α­σπί­σει δεν κα­τέ­χουν ομό­λο­γα για να θι­γούν), αλλά αν η Ελ­λά­δα θα κα­τα­φέ­ρει ν’ απο­τε­λέ­σει την αρχή γε­νι­κό­τε­ρων πο­λι­τι­κών ανα­τρο­πών στον ευ­ρω­παϊ­κό χώρο. Γι’ αυτό και θ’ απαι­τη­θεί χα­λύ­βδι­νη επι­μο­νή στην εφαρ­μο­γή των συ­νε­δρια­κών του θέ­σε­ων, που επι­βάλ­λε­ται ν’ απο­τε­λέ­σουν και την προ­ε­κλο­γι­κή-προ­γραμ­μα­τι­κή δέ­σμευ­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Αν η απα­ρέ­γκλι­τη υλο­ποί­η­ση αυτών των θέ­σε­ων και δε­σμεύ­σε­ών του απέ­να­ντι στον ελ­λη­νι­κό λαό συ­νι­στά «μο­νο­με­ρή ενέρ­γεια», τότε ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ υπο­χρε­ού­νται να προ­βεί σε μο­νο­με­ρή ενέρ­γεια. Κά­ποια στιγ­μή πρέ­πει να σπά­σει ο «φαύ­λος κύ­κλος των λα­θε­μέ­νων επι­λο­γών για τη χώρα μας» (για να θυ­μη­θού­με την όχι και τόσο παλιά ρη­το­ρι­κή των Ζαπ­πεί­ων!) και να δούμε τα πράγ­μα­τα και αλ­λιώς.
9.Αν οι λε­γό­με­νες «αγο­ρές» απει­λούν ότι «θα μας χρε­ο­κο­πή­σουν», στο εν­δε­χό­με­νο που η νέα κυ­βέρ­νη­ση αρ­νη­θεί να δε­χτεί νέα δα­νει­κά, προ­κει­μέ­νου να τα «τσε­πώ­νουν» οι διά­φο­ροι «οι­κο­νο­μι­κοί κύ­κλοι» που κα­τέ­χουν ομό­λο­γα (τους οποί­ους υπε­ρα­σπί­ζο­νται ατα­λά­ντευ­τα Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, ως δια­χρο­νι­κοί πόλοι του ίδιου συ­στή­μα­τος συμ­φε­ρό­ντων), και­ρός να δο­κι­μά­σου­με τις «αντο­χές» τους. Πά­ντως, τα νού­με­ρα που λέ­γο­νται από κυ­βερ­νη­τι­κά στε­λέ­χη δεν επι­βε­βαιώ­νουν το εν­δε­χό­με­νο να υπάρ­ξει «κο­σμο­χα­λα­σιά». Το γε­γο­νός ότι τα δά­νεια των τε­λευ­ταί­ων μνη­μο­νια­κών ετών ανέρ­χο­νται σε 285 δις ευρώ πε­ρί­που, απ’ τα οποία μόνο τα 8,5 δις αφο­ρού­σαν την κά­λυ­ψη ανα­γκών του κρα­τι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού, τα λέει όλα. Μια απλή διαί­ρε­ση να κάνει κα­νείς των 8,5 δις δια των 4 μνη­μο­νια­κών ετών, θα δια­πι­στώ­σει πώς η κα­τάρ­ρευ­ση της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μί­ας που επι­λέ­χθη­κε ως λύση από το εγ­χώ­ριο πο­λι­τι­κό προ­σω­πι­κό είναι, του­λά­χι­στον, εγκλη­μα­τι­κή. Αντί­θε­τα, αν είχε επι­λε­γεί, απλώς, μια ήπια οι­κο­νο­μι­κή προ­σαρ­μο­γή κατ’ έτος της τάξης των 2 δις (και, φυ­σι­κά, είχε προ­χω­ρή­σει η χώρα μας σε στάση πλη­ρω­μών των ομο­λό­γων, το Μάιο του 2010), οι επι­πτώ­σεις θα ήταν σχε­δόν ανε­παί­σθη­τες. Άλλη όμως ήταν η στό­χευ­ση των Μνη­μο­νί­ων, όπως προ­εί­πα.
10.Επι­βάλ­λε­ται, λοι­πόν, από τη συ­γκυ­ρία η σύ­γκρου­ση με το εγ­χώ­ριο και ξένο οι­κο­νο­μι­κο-πο­λι­τι­κό κα­τε­στη­μέ­νο. Ένα «ιστο­ρι­κό πεί­ρα­μα» γύρω από τις «αντο­χές» των «αγο­ρών» αλλά και την «αξιο­πι­στία» των εγ­χώ­ριων («πα­τριω­τι­κών») πο­λι­τι­κών τους πα­τρό­νων είναι και για το ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και για τη συ­ντρι­πτι­κή πλειο­νό­τη­τα της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας μπρο­στά μας. Γι’ αυτό και επι­βάλ­λε­ται η επι­κρά­τη­ση μιας αμι­γώς πο­λι­τι­κής λο­γι­κής για το χρέος κι όχι μιας στενά δια­χει­ρι­στι­κής, η οποία θα οδη­γή­σει σε «μια απ’ τα ίδια». Το πραγ­μα­τι­κό πο­λι­τι­κό δί­λημ­μα των εκλο­γών (για τον κα­θέ­να μας) είναι αν θα επι­λέ­ξου­με την πρό­τα­ση της συ­γκυ­βέρ­νη­σης για «σι­γου­ριά και στα­θε­ρό­τη­τα», μέσα από την ευ­λα­βι­κή συ­νέ­χι­ση των πο­λι­τι­κών λι­τό­τη­τας (για δε­κα­ε­τί­ες) και τη συ­νε­πή απο­πλη­ρω­μή ενός χρέ­ους που δεν γνω­ρί­ζου­με καν την υφή και την προ­έ­λευ­σή του (τι λεφτά είναι αυτά που χρω­στά­με, από ποιους τα πή­ρα­με, με ποιους δα­νεια­κούς όρους, πώς αξιο­ποι­ή­θη­καν αυτά, τι έχου­με απο­πλη­ρώ­σει μέχρι τώρα;) ή θα απαι­τή­σου­με την ανα­τρο­πή της ση­με­ρι­νής (θλι­βε­ρής) πο­λι­τι­κής και οι­κο­νο­μι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, σε μια κα­τεύ­θυν­ση που επι­χεί­ρη­σα να σκια­γρα­φή­σω. Πά­ντως, σε πε­ρί­πτω­ση που απο­φα­σί­σου­με να γεί­ρει η «εκλο­γι­κή πα­λάν­τζα» υπέρ της δεύ­τε­ρης εκ­δο­χής, ας έχου­με κατά νου πως «το πρό­βλη­μα» δε θα το έχει μόνο η νέα κυ­βέρ­νη­ση, που θα επι­χει­ρή­σει να υπε­ρα­σπί­σει μια κοι­νω­νία που δια­λύ­ε­ται (έχο­ντας, μά­λι­στα, λάβει «νωπή» λαϊκή εντο­λή να κάνει κάτι τέ­τοιο) αλλά και οι λε­γό­με­νοι «Ευ­ρω­παί­οι εταί­ροι», αφού θα κλη­θούν ν’ απο­φα­σί­σουν τι θα πρά­ξουν στην κρί­σι­μη στιγ­μή και πόσο, τε­λι­κά, «εταί­ροι» είναι. Γιατί κά­ποια στιγ­μή πρέ­πει ν’ απο­κα­λυ­φθούν ποιοι νοιά­ζο­νται για αν­θρώ­πι­νες ζωές και ποιοι για τρα­πε­ζι­κές ζη­μιές. Καλή χρο­νιά!

*μέλος του Συλ­λό­γου Δι­δα­σκό­ντων Αγρι­νί­ου -Θέρ­μου