Δευτέρα 20 Απριλίου 2015

Εισήγηση της Αντιφασιστικής Επιτροπής ΣΥ.ΡΙΖ.Α


Για την δίκη της εγκληματικής νεοναζιστικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή»

 

1. Την Δευτέρα 20 Απριλίου, στην αίθουσα των γυναικείων Φυλακών Κορυδαλλού, αρχίζει η δίκη της Χρυσής Αυγής. Παραπέμπονται 69 στελέχη και μέλη της ναζιστικής οργάνωσης για τρεις υποθέσεις (δολοφονία Φύσσα/2013, επίθεση στους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ/2013, επίθεση στο σπίτι αιγύπτιων αλιεργατών/2012), ενώ όλοι αντιμετωπίζουν την κατηγορία της ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης. Για την πρώτη μέρα της δίκης έχουν προγραμματιστεί συγκεντρώσεις από αντιφασιστικές οργανώσεις (Αντιφασιστικός Συντονισμός Αθήνας-Πειραιά, ΚΕΕΡΦΑ κ.ά). Αναντίστοιχα ωστόσο με την σοβαρότητα της υπόθεσης, την πολιτική της κρισιμότητα και τον συντριπτικό χαρακτήρα του κατηγορητηρίου, το κλίμα γύρω από την δίκη παραμένει μέχρι σήμερα υποτονικό – ιδίως αν συγκριθεί με την εγρήγορση τους πρώτους μήνες μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα.

 

2. Οι λόγοι γι' αυτό, πέρα από την αδιαμφισβήτητη προτεραιότητα της οικονομικής επικαιρότητας, έχουν να κάνουν είτε με έναν γενικότερο εφησυχασμό («τι να κάνουμε εμείς, ανέλαβε η Δικαιοσύνη»), είτε με την άγνοια του κατηγορητηρίου, είτε τέλος με την αμφισβήτηση όψεων της διαδικασίας της δίωξης.
Είναι επείγον ο ΣΥΡΙΖΑ να αντιστρέψει το κλίμα:

 

·         αναβαθμίζοντας το ζήτημα στον δημόσιο λόγο του,

·         εξηγώντας με κατανοητό τρόπο το πολιτικό διακύβευμα της δίκης

·         επισημαίνοντας τις ευθύνες για την σοβαρή καθυστέρησή της

·         αναδεικνύοντας την αξιοπιστία του κατηγορητηρίου (βλ. μεταξύ άλλων το πόρισμα των ανακριτριών goo.gl/vn4zwl),

·         συμβάλλοντας στην δημοσιότητα της δίκης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και

·         φροντίζοντας για την επιτυχία των αντιφασιστικών κινητοποιήσεων.

 

3. Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της Χρυσής Αυγής, ότι η δίωξή της αποτελεί πολιτική σκευωρία εγχώριων και διεθνών κέντρων, αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα ήταν η ανεπίτρεπτη καθυστέρηση της δίωξής της, λόγω της πολιτικής ασυλίας που απολάμβανε και των ισχυρών διασυνδέσεών της με τμήματα των διωκτικών μηχανισμών, των ΜΜΕ και του πολιτικού συστήματος.
Εκ των πραγμάτων, οι διωκτικοί μηχανισμοί φαινόταν να υιοθετούν τον ισχυρισμό της οργάνωσης, ότι αποτελεί
«νόμιμο πολιτικό κόμμα», που βάσει Συντάγματος δεν θα μπορούσε βεβαίως να απαγορευτεί. Όμως, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, μετά δηλαδή την επίθεση δεκαμελούς ομάδας χρυσαυγιτών κατά των φοιτητών Δ. Κουσουρή, Ηλ. Φωτιάδη και Γ. Καραμπατσόλη, η Δικαιοσύνη διέθετε μια ισχυρή βάση για να προχωρήσει στη δίωξη, όχι του νεοναζιστικού κόμματος για τις ιδέες του (αυτό πράγματι δεν θα ήταν συνταγματικά επιτρεπτό), αλλά της νεοναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης, που δρούσε παράλληλα ως πολιτοφυλακή, για τις αξιόποινες πράξεις της. Η απόφαση του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου (1167/2010), που αφορούσε την υπόθεση, έδινε αυτή τη βάση, αναφέροντας ότι οι δέκα χρυσαυγίτες, με επικεφαλής τον τότε υπαρχηγό της οργάνωσης Αντώνη (Περίανδρο) Ανδρουτσόπουλο, είχαν «αποφασίσει να τελέσουν το κακούργημα της ανθρωποκτονίας με πρόθεση [και] επιχείρησαν πράξη που περιείχε τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως αυτού, ήτοι έχοντας αποφασίσει να σκοτώσουν». Η παράλληλη, πολιτική και στρατιωτική, δομή της οργάνωσης τεκμηριωνόταν και από πλήθος δημοσιευμάτων στην εφημερίδα της Χρυσής Αυγής. Τεκμηριώνεται, επίσης, από τον χειρόγραφο κανονισμό της «Εκπαιδευτικής Τάξης Πρωτεσίλαος» (πρόδρομος των Ταγμάτων Εφόδου) και το Καταστατικό της Οργάνωσης, την ύπαρξη του οποίου αποδέχτηκε ο βουλευτής της Χ.Α Νίκος Μίχος, επικαλούμενος μαρτυρίες συγκρατουμένου του – πλην τοποθετώντας τη σύνταξή του στην δεκαετία του '80.

 

4. Η δίκη που αρχίζει στις 20 Απριλίου δεν αφορά τους οπαδούς και τους ψηφοφόρους του κόμματος, αλλά τα μέλη της ηγεσίας του, τα οποία και κατηγορούνται ότι είναι ταυτόχρονα ηγεσία της εγκληματικής οργάνωσης. Ενώπιον λοιπόν του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων θα βρεθεί σύσσωμη η ηγετική ομάδα της Χρυσής Αυγής (69 μέλη), μεταξύ των οποίων και όλα τα μέλη της κοινοβουλευτικής της ομάδας. Οι 70 παραπέμπονται με την κατηγορία της συγκρότησης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, με βάση το άρθρο 187 παρ. 1 ΠΚ[1] (υπ' αριθ. 215/2015 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών). Πρόσφατα, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε συνταγματική την αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής, με το σκεπτικό ότι η ενδεχόμενη εμπλοκή των κατηγορουμένων στις εγκληματικές ενέργειες του αρ. 187 ΠΚ αποτελεί, δεδομένης της φύσης των αδικημάτων και της συνάρτησής τους προς την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος, σοβαρό λόγο που καθιστά συνταγματικά ανεκτή την αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης του κόμματος.

 

5. Παρά τη σχετική συζήτηση, το άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα, με το οποίο παραπέμπεται ο ηγετικός πυρήνας της Χρυσής Αυγής, δεν τροποποιήθηκε τελικά με βάση τη σύμβαση του ΟΗΕ κατά του οργανωμένου εγκλήματος (Σύμβαση του Παλέρμο 2000), την οποία έχει υπογράψει και η Ελλάδα. Η σύμβαση προβλέπει ότι η εγκληματική οργάνωση συνδυάζεται πάντα και με οικονομικό όφελος. Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει δράση εγκληματικής ομάδας χωρίς οικονομικά οφέλη. Το 2001, εξάλλου, όταν θεσπίστηκε ο νόμος με τον οποίο διώκεται σήμερα η εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή, ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος είχε εξηγήσει ότι σκόπιμα απαλείφθηκε από τις προβλέψεις του νόμου το οικονομικό κίνητρο για τον χαρακτηρισμό της εγκληματικής οργάνωσης, ώστε να περιληφθεί στο οργανωμένο έγκλημα και η τρομοκρατία. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στον Τύπο, ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος εξηγούσε: «Ο όρος του προσπορισμού οικονομικού οφέλους για την επιβάρυνση αυτή είναι διπλά προβληματικός. Από τη μία πλευρά έχει ένα ασαφές περιεχόμενο, το οποίο μπορεί εύκολα να ανιχνεύεται σε πλείστες περιπτώσεις. Από την άλλη όμως πλευρά, εξαιρεί από την επιβάρυνση άλλες στοχεύσεις προσβολών: γιατί η επιδίωξη τέλεσης βίαιων ρατσιστικών πράξεων ή πράξεων βίας από θρησκευτικό φανατισμό να μη δικαιολογούν την επιβάρυνση; Μήπως τα πληττόμενα αγαθά υπολείπονται σε αξία σε σχέση με τα οικονομικά;». Ενδεχόμενη λοιπόν τροποποίηση του 187ΠΚ με βάση το οικονομικό όφελος, θα σήμαινε υποτίμηση του ρατσιστικού κινήτρου, και πρακτικά, την αμνήστευση της Χρυσής Αυγής για την εγκληματική ρατσιστική/ναζιστική δραστηριότητά της. Αν ο ηγετικός πυρήνας της Χρυσής Αυγής δεν παραπεμπόταν με βάση το 187ΠΚ, παρ. 1 λόγω έλλειψης του οικονομικού κινήτρου (αυτό δηλαδή που εισηγήθηκε ο εφέτης που μειοψήφησε στο Συμβούλιο Εφετών), θα έπρεπε να παραπεμφθεί με το σκληρότερο 187Α, που επισύρει έως και ποινή ισόβιας κάθειρξης.

 

6. Κύκλοι ακόμα και μέσα στην Αριστερά υποστηρίζουν την άποψη ότι η δίωξη του πυρήνα της Χρυσής Αυγής με βάση το 187ΠΚ θα σήμαινε α) ότι η Αριστερά αποδέχεται έναν νόμο που η ίδια έχει επικρίνει και β) ότι στο μέλλον μπορεί ο νόμος αυτός να στραφεί και εναντίον αριστερών οργανώσεων. Το 2001, η Αριστερά είχε πράγματι εναντιωθεί στο αρ. 187 Π.Κ., γιατί η ποινικοποίηση της «επιδίωξης» κακουργημάτων άνοιγε το δρόμο σε αυθαίρετες διώξεις και επέτρεπε την απόδοση συλλογικής ευθύνης σε όποιον «εντασσόταν» σε μια εγκληματική οργάνωση, είτε είχε τελέσει αξιόποινη πράξη είτε όχι. Όμως, όπως προκύπτει από το Καταστατικό της Χρυσής Αυγής, ο ηγετικός πυρήνας της που παραπέμπεται σε δίκη δεν επεδίωξε απλώς την διάπραξη κακουργημάτων. Τη βασιμότητα των κατηγοριών που αντιμετωπίζει η ηγεσία της Χ.Α καταδεικνύει το γεγονός ότι «το κρίσιμο τρίμηνο μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και την προφυλάκιση ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής με την κατηγορία ότι έχουν συγκροτήσει εγκληματική οργάνωση (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2013), το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας κατέγραψε 18 περιστατικά ρατσιστικής βίας [που ήρθε] προς επίρρωση των δεδομένων του Δικτύου για την ύπαρξη ταγμάτων εφόδου». Τέλος, σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο η δίωξη της Χρυσής Αυγής με βάση το 187ΠΚ να χρησιμοποιηθεί ως «πιλότος» για ανάλογες διώξεις κατά της Αριστεράς, η εκτίμηση είναι ανυπόστατη για δύο λόγους:

 

Πρώτον, γιατί οι οργανώσεις της Αριστεράς δεν έχουν πολιτικοστρατιωτική δορμή –η Αριστερά, δηλαδή, δεν συγκροτεί Τάγματα Εφόδου–, συνεπώς δίωξή της με βάση το 187ΠΚ θα σήμαινε πολιτική και πολιτειακή ανωμαλία που θα υπερέβαινε κατά πολύ τον συγκεκριμένο νόμο·

Δεύτερον, γιατί με δεδομένη την κατάχρηση μέχρι σήμερα του 187ΠΚ, πιθανή εξαίρεση της Χρυσής Αυγής, η δράση της οποίας εμπίπτει φωτογραφικά στις διατάξεις του άρθρου, θα σήμαινε ανεπίτρεπτα ευνοϊκή μεταχείριση της νεοναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης.

 

Κείμενο εισήγησης της Αντιφασιστικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ στην Πολιτική Γραμματεία του κόμματος.







[1]    Το άρθρο προβλέπει ότι «με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών τιμωρείται όποιος συγκροτεί ή εντάσσεται ως μέλος σε δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα από τρία ή περισσότερα πρόσωπα (οργάνωση) που επιδιώκει τη διάπραξη περισσότερων κακουργημάτων» όπως ανθρωποκτονία με πρόθεση, βαριά σωματική βλάβη ή κακουργημάτων που προβλέπονται στη νομοθεσία περί ναρκωτικών, όπλων, εκρηκτικών υλών κ.ά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου